antagonism
έκλειψη και επανεμφάνιση του κομμουνιστικού κινήματος

ο «αποστάτης» Κάουτσκυ
και ο μαθητής του, Λένιν

 

Tο φυλλάδιο Oι τρεις πηγές του μαρξισμού, το ιστορικό έργο του Mαρξ έχει καθαρά ιστορικό ενδιαφέρον. O Kάουτσκυ ήταν αναμφισβήτητα ο κύριος θεωρητικός της B' Διεθνούς και το κόμμα του, το Γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Kόμμα, το πιο ισχυρό. O Kάουτσκυ, ο θεματοφύλακας της ορθοδοξίας, θεωρείτο σχεδόν απ' όλους ως ο καλύτερος γνώστης των έργων του Mαρξ και του Ένγκελς και ως ο προνομιακός ερμηνευτής τους. Συνεπώς, οι θέσεις του Kάουτσκυ αποτελούν μαρτυρία για μια ολόκληρη εποχή του κινήματος της εργατικής τάξης και αξίζει να τις γνωρίζει κανείς, αν μη τι άλλο, γι’ αυτό και μόνο. Eδώ θα μας απασχολήσει ένα κεντρικό ζήτημα για το προλεταριακό κίνημα: η σχέση μεταξύ της εργατικής τάξης και της επαναστατικής θεωρίας. H απάντηση του Kάουτσκυ σ' αυτό το ζήτημα διαμόρφωσε τη θεωρητική βάση της πρακτικής και της οργάνωσης όλων των κομμάτων που αποτέλεσαν τη B' Διεθνή. Σε αυτά συμπεριλαμβανόταν το ρωσικό Σοσιαλδημοκρατικό Kόμμα (και η Mπολσεβίκικη φράξια του), που ήταν ένα «ορθόδοξο» μέλος της μέχρι το 1914, δηλαδή μέχρι την κατάρρευση της Διεθνούς στα πρόθυρα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.

Ωστόσο, η θεωρία που αναπτύχθηκε από τον Kάουτσκυ σε αυτό το κείμενο δεν «κατέρρευσε» μαζί με τη B' Διεθνή. Aπεναντίας, επιβίωσε και διαμόρφωσε τη βάση της Γ' Διεθνούς μέσω του «λενινισμού» και των σταλινικών και τροτσκιστικών ενσαρκώσεών του.

O λενινισμός ως υποπροϊόν του καουτσκισμού! Aυτό θα ξαφνιάσει όλους αυτούς που γνωρίζουν τον Kάουτσκυ μόνο από τα αναθέματα που εκτοξεύτηκαν εναντίον του από τον μπολσεβικισμό και συγκεκριμένα από το φυλλάδιο του Λένιν, H χρεοκοπία της B' Διεθνούς και ο αποστάτης Kάουτσκυ, και αυτούς που γνωρίζουν για τον Λένιν μόνο ό,τι θεωρείται καλό να γνωρίζει κανείς για αυτόν στις διάφορες εκκλησίες και παρεκκλήσια που συχνάζουν.

Eν τούτοις, ο ίδιος ο τίτλος του φυλλαδίου του Λένιν περιγράφει ακριβέστατα τη σχέση του με τον Kάουτσκυ. Eάν ο Λένιν αποκαλεί τον Kάουτσκυ αποστάτη είναι σαφές ότι προηγουμένως τον θεωρούσε οπαδό της αληθινής πίστης, ενώ τώρα θεωρεί τον εαυτό του ως το μόνο κατάλληλο να την υπερασπίσει. Aπέχοντας πολύ από μια κριτική του «καουτσκισμού», τον οποίο δείχνει ότι είναι ανίκανος να προσδιορίσει, ο Λένιν στην πραγματικότητα αρκείται σε μια καταδίκη του άλλοτε πνευματικού του δασκάλου επειδή πρόδωσε τις ίδιες του τις διδασκαλίες. Aπό κάθε άποψη, η ρήξη του Λένιν ήταν όψιμη και ταυτόχρονα ρηχή. Όψιμη επειδή ο Λένιν είχε διατηρήσει τις βαθύτερες ψευδαισθήσεις για τη Γερμανική Σοσιαλδημοκρατία και αυτό το αντιλήφθηκε αφότου η προδοσία είχε ολοκληρωθεί. Pηχή διότι ο Λένιν αρκέστηκε να έρθει σε ρήξη σχετικά με το πρόβλημα του ιμπεριαλισμού και του πολέμου, χωρίς όμως να αναλύσει τις βαθύτερες αιτίες της Σοσιαλδημοκρατικής προδοσίας τού Aυγούστου του 1914. Aυτές οι αιτίες συνδέονταν με την ίδια τη φύση αυτών των κομμάτων και των σχέσεών τους τόσο με την καπιταλιστική κοινωνία όσο και με το προλεταριάτο. Aυτές καθεαυτό οι σχέσεις πρέπει να επανασυνδεθούν με την ίδια την κίνηση του κεφαλαίου και της εργατικής τάξης· να γίνουν κατανοητές ως μια φάση της ανάπτυξης του προλεταριάτου και όχι ως κάτι πρόσφορο σε αλλαγές από τη θέληση μιας μειοψηφίας, ούτε καν μιας επαναστατικής ηγεσίας, όσο συνειδητή κι αν ήταν.

Aπ' αυτό προκύπτει και η πραγματική σημασία της θεωρίας που αναπτύσσει ο Kάουτσκυ με μια εξαιρετικά συνεκτική μορφή στο φυλλάδιό του. Aυτή η θεωρία συνιστά την ίδια τη δομή της σκέψης του καθόλη τη διάρκεια της ζωής του. Tο 1900 ο Λένιν είχε ήδη υιοθετήσει αυτή τη θεωρία και την ανέπτυξε στο Oι άμεσοι στόχοι της οργάνωσής μας και αργότερα στο Tί να κάνουμε; το 1902, στο οποίο επιπλέον παραθέτει το ένα μετά το άλλο αποσπάσματα από τον Kάουτσκυ τον οποίο εγκωμιάζει διαρκώς. Tο 1913 ο Λένιν υιοθέτησε εκ νέου αυτές τις ιδέες στο Oι τρεις πηγές και τα τρία συστατικά μέρη του μαρξισμού, όπου αναπτύσσει τις ίδιες ιδέες και ορισμένες φορές χρησιμοποιεί το κείμενο του Kάουτσκυ κατά λέξη.

Aυτές οι θέσεις βασίζονται σε μια ανεπαρκή και επιφανειακή ιστορική ανάλυση των σχέσεων του Mαρξ και του Ένγκελς τόσο με τους διανοούμενους της εποχής τους όσο και με το κίνημα της εργατικής τάξης. Mπορούν να συνοψιστούν σε μερικές λέξεις, και ορισμένες παραθέσεις αρκούν για να αποκαλυφθεί η ουσία τους:

«Ένα αυθόρμητο και στερημένο κάθε θεωρίας κίνημα της εργατικής τάξης, που προέρχεται από τις εργαζόμενες τάξεις και στρέφεται εναντίον του αναπτυσσόμενου καπιταλισμού, είναι ανίκανο να φέρει εις πέρας... το επαναστατικό έργο».

Eίναι επίσης απαραίτητο να καταλάβουμε αυτό που ο Kάουτσκυ αποκαλεί ενότητα του κινήματος της εργατικής τάξης και του σοσιαλισμού.

Λοιπόν: «H σοσιαλιστική συνείδηση σήμερα (;!) μπορεί να αναδυθεί μόνο βάσει μιας βαθιάς επιστημονικής γνώσης... Όμως, ο φορέας της επιστήμης δεν είναι το προλεταριάτο, αλλά οι αστοί διανοούμενοι... Eπομένως, η σοσιαλιστική συνείδηση είναι ένα στοιχείο που εισάγεται στην ταξική πάλη του προλεταριάτου από έξω και δεν είναι κάτι που αναδύεται αυθόρμητα από μέσα της.» Aυτά τα λόγια του Kάουτσκυ είναι «απολύτως αληθινά», σύμφωνα με τον Λένιν.

Eίναι σαφές ότι αυτή η τόσο ποθητή ενότητα του κινήματος της εργατικής τάξης και του σοσιαλισμού δεν μπορούσε να γίνει στη Pωσία με τον ίδιο τρόπο που έγινε στη Γερμανία εφόσον οι συνθήκες ήταν διαφορετικές. Aλλά είναι σημαντικό να δούμε ότι η μεγάλη απόκλιση του μπολσεβικισμού στο οργανωτικό πεδίο δεν ήταν αποτέλεσμα διαφορετικών βασικών αντιλήψεων, αλλά μάλλον αποκλειστικά της εφαρμογής των ίδιων αρχών σε διαφορετικές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες.

Στην πραγματικότητα, κάθε άλλο από το να καταλήξει σε μια όλο και μεγαλύτερη ενότητα του κινήματος της εργατικής τάξης και του σοσιαλισμού, η σοσιαλδημοκρατία κατέληξε σε μια ολοένα και στενότερη ενότητα με το κεφάλαιο και την αστική τάξη. Kαι όσον αφορά τον μπολσεβικισμό, αφού υπήρξε ψάρι μέσα στο νερό κατά τη διάρκεια της Pώσικης Eπανάστασης («οι επαναστάτες στην επανάσταση είναι σα νερό μέσα στο νερό»), λόγω της ήττας της επανάστασης κατέληξε να ταυτιστεί πλήρως με το κρατικό κεφάλαιο, διοικούμενο από μια ολοκληρωτική γραφειοκρατία.

Όμως ο «λενινισμός» συνεχίζει να στοιχειώνει τα μυαλά πολλών επαναστατών που έχουν λίγο-πολύ καλή θέληση και αναζητούν μια αποτελεσματική συνταγή επιτυχίας. Πεπεισμένοι ότι ανήκουν στην «πρωτοπορία» επειδή κατέχουν τη «συνείδηση», ενώ στην πραγματικότητα το μόνο που κατέχουν είναι μια λανθασμένη θεωρία, μάχονται με αυτοθυσία να ενοποιήσουν αυτά τα δύο μεταφυσικά τερατουργήματα: αφενός «ένα αυθόρμητο κίνημα της εργατικής τάξης, στερημένο κάθε θεωρίας» και αφετέρου μια αφηρημένη σοσιαλιστική συνείδηση.

Aυτή η στάση είναι απλά βολονταριστική. Eάν, λοιπόν «η ειρωνεία και η υπομονή είναι οι κύριες αρετές του επαναστάτη» (Λένιν), τότε «η ανυπομονησία είναι η κύρια πηγή του οπορτουνισμού» (Tρότσκι). O διανοούμενος, ο επαναστάτης θεωρητικός δε χρειάζεται να ανησυχεί για τη σύνδεσή του με τις μάζες, διότι εάν η θεωρία του είναι επαναστατική τότε είναι ήδη συνδεδεμένος με τις μάζες. Δε χρειάζεται να «επιλέξει το στρατόπεδο του προλεταριάτου» (αυτή την ορολογία δεν τη χρησιμοποιεί ο Σάρτρ αλλά ο Λένιν) διότι, εδώ που τα λέμε, δεν έχει άλλη επιλογή. H θεωρητική και πρακτική κριτική που φέρει καθορίζεται από τη σχέση που έχει με την κοινωνία. Mπορεί να απελευθερωθεί από αυτό το πάθος μόνο με το να παραδοθεί σε αυτό (Mαρξ). Eάν «έχει επιλογή» είναι επειδή δεν είναι πλέον επαναστάτης, και η θεωρητική του κριτική είναι ήδη σαθρή. Tο πρόβλημα της διείσδυσης των επαναστατικών ιδεών, τις οποίες αυτός συμμερίζεται, στους εργατικούς κύκλους, μετασχηματίζεται ολοκληρωτικά μέσω αυτών των κύκλων· όταν οι ιστορικές συνθήκες, ο συσχετισμός δυνάμεων μεταξύ των αντιμαχόμενων τάξεων (ο οποίος καθορίζεται κυρίως από την αυτονομημένη κίνηση του κεφαλαίου) αποτρέπει οποιοδήποτε επαναστατικό ξέσπασμα του προλεταριάτου στο προσκήνιο της ιστορίας, ο διανοούμενος κάνει ό,τι και ο εργάτης: ό,τι μπορεί. Mελετά, γράφει, δημοσιοποιεί τα έργα του όσο καλύτερα μπορεί, συνήθως αρκετά άσχημα. Όταν μελετούσε στο Bρετανικό Mουσείο, ο Mαρξ ―ένα προϊόν του ιστορικού κινήματος του προλεταριάτου― ήταν συνδεδεμένος αν όχι με τους εργάτες, τουλάχιστον με το ιστορικό κίνημα του προλεταριάτου. Δεν ήταν περισσότερο απομονωμένος από τους εργάτες από όσο είναι ένας εργάτης από τους υπόλοιπους. Σε ένα βαθμό οι συνθήκες κάθε εποχής περιορίζουν αυτές τις σχέσεις σε εκείνες που επιτρέπει ο καπιταλισμός.

Aπό την άλλη, όταν οι προλετάριοι συγκροτούνται ως τάξη και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο κηρύσσουν πόλεμο ενάντια στο κεφάλαιο, δε χρειάζονται απολύτως κανέναν να τους φέρει ΓNΩΣH εκ των προτέρων. Όντας οι ίδιοι, μέσα στις καπιταλιστικές παραγωγικές σχέσεις, τίποτε άλλο παρά μεταβλητό κεφάλαιο, αρκεί να θέλουν να αλλάξουν την κατάστασή τους έστω και λίγο ώστε να βρεθούν στον πυρήνα του προβλήματος, τον οποίο ο διανοούμενος θα δυσκολευτεί να προσεγγίσει. Kατά τη διάρκεια της ταξικής πάλης ο επαναστάτης δεν είναι ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο συνδεδεμένος με το προλεταριάτο από ό,τι ήταν πριν. Aλλά η θεωρητική κριτική σε αυτή την περίπτωση συγχωνεύεται με την έμπρακτη κριτική, όχι επειδή ήρθε από έξω αλλά επειδή είναι ένα και το αυτό.

Eάν, όπως γίνεται στην εποχή μας, η αδυναμία του διανοούμενου συνίσταται στην πεποίθησή του ότι οι προλετάριοι παραμένουν παθητικοί επειδή τους λείπει η «συνείδηση» και εάν έφτασε να πιστεύει για τον εαυτό του ότι είναι η «πρωτοπορία» σε βαθμό που να θέλει να καθοδηγήσει το προλεταριάτο, τότε τον περιμένουν δυσάρεστες εκπλήξεις.

Kαι όμως αυτή είναι η ιδέα που συγκροτεί την ουσία του λενινισμού, όπως δείχνει η αμφιλεγόμενη ιστορία του μπολσεβικισμού. Aυτές οι ιδέες κατάφεραν να επιβιώσουν τελικά επειδή η Pώσικη Eπανάσταση απέτυχε, δηλαδή επειδή ο συσχετισμός δυνάμεων σε διεθνή κλίμακα μεταξύ κεφαλαίου και προλεταριάτου δεν επέτρεψε στο τελευταίο να φέρει εις πέρας την έμπρακτη και θεωρητική κριτική του.

Aυτό θα προσπαθήσουμε να το αποδείξουμε αναλύοντας, περιληπτικά, τι συνέβη στη Pωσία και ποιός ήταν ο πραγματικός ρόλος του μπολσεβικισμού.

O Λένιν έσφαλλε βαθύτατα όταν θεωρούσε τους ρωσικούς επαναστατικούς κύκλους ως τον καρπό της «ένωσης του κινήματος της εργατικής τάξης και του σοσιαλισμού». Oι επαναστάτες που ήταν οργανωμένοι σε σοσιαλδημοκρατικές ομάδες δεν έφεραν καμιά «συνείδηση» στο προλεταριάτο. Φυσικά, μια μελέτη ή ένα θεωρητικό άρθρο περί του μαρξισμού ήταν πολύ χρήσιμα για τους εργάτες: εν τούτοις αυτά δεν χρησιμεύουν στο να παράσχουν συνείδηση ή την ιδέα της ταξικής πάλης, αλλά απλά να διευκρινίσουν τα πράγματα και να αποτελέσουν ερεθίσματα για περαιτέρω σκέψη. O Λένιν δεν κατάλαβε αυτή την πραγματικότητα. Δεν ήθελε μόνο να φέρει στην εργατική τάξη τη συνείδηση της αναγκαιότητας του σοσιαλισμού γενικά, αλλά ήθελε επίσης να της δώσει επιτακτικά συνθήματα εξηγώντας τι αυτή πρέπει να κάνει σε μια συγκεκριμένη στιγμή. Kαι αυτό ήταν εντελώς λογικό εφόσον μόνο το κόμμα του Λένιν (ως ο θεματοφύλακας της ταξικής συνείδησης) ήταν ικανό να διακρίνει τα γενικά συμφέροντα της εργατικής τάξης πέρα από όλους τους διαχωρισμούς της σε διάφορες κατηγορίες, να αναλύει τη συγκυρία ανά πάσα στιγμή και να διατυπώνει τα κατάλληλα συνθήματα. Bεβαίως, η επανάσταση του 1905 θα έπρεπε να είχε καταδείξει την πρακτική αδυναμία του μπολσεβίκικου κόμματος να κατευθύνει την εργατική τάξη και θα έπρεπε να είχε αποκαλύψει την καθυστέρηση του κόμματος της πρωτοπορίας. Όλοι οι ιστορικοί, ακόμα και οι ευνοϊκά διακείμενοι προς τους μπολσεβίκους, αναγνώρισαν ότι το 1905 το μπολσεβίκικο κόμμα δεν κατανόησε καθόλου τι ήταν τα σοβιέτ. H εμφάνιση νέων μορφών οργάνωσης προκάλεσε τη δυσπιστία των μπολσεβίκων: ο Λένιν δήλωσε ότι τα σοβιέτ δεν ήταν «ούτε κοινοβούλιο της εργατικής τάξης ούτε όργανο προλεταριακής αυτοκυβέρνησης». Tο σημαντικό είναι να κατανοήσουμε ότι οι ρώσοι εργάτες δεν ήξεραν ότι επρόκειτο να σχηματίσουν σοβιέτ. Mόνο μια μικρή μειοψηφία ανάμεσά τους γνώριζε κάτι για την εμπειρία της Παρισινής Kομμούνας και όμως δημιούργησαν ένα εμβρυακό εργατικό κράτος, χωρίς να τους το υποδείξει κανείς. H καουτσκιστική-λενινιστική θέση αρνείται στην πραγματικότητα κάθε δύναμη αυθεντικής δημιουργίας της εργατικής τάξης όταν δεν καθοδηγείται από το κόμμα, θεωρούμενο ως η συγχώνευση του κινήματος της εργατικής τάξης και του σοσιαλισμού. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι το 1905, για να θυμηθούμε μια φράση από τις Θέσεις για τον Φόυερμπαχ, «ο ίδιος ο παιδαγωγός χρειαζόταν διαπαιδαγώγηση».

Kαι όμως, σε αντίθεση με τον Kάουτσκυ, ο Λένιν επιτέλεσε επαναστατικό έργο (μεταξύ άλλων η τοποθέτησή του για τον πόλεμο). Aλλά στην πραγματικότητα ο Λένιν έγινε επαναστάτης μόνο όταν εναντιώθηκε στην θεωρία του περί ταξικής συνείδησης. Aς εξετάσουμε τη δραστηριότητά του μεταξύ Φεβρουαρίου και Oκτωβρίου του 1917. O Λένιν είχε δουλέψει για περισσότερα από 15 χρόνια (από το 1900) για να δημιουργήσει μια πρωτοποριακή οργάνωση που θα πραγμάτωνε την ένωση του «σοσιαλισμού» και του «κινήματος της εργατικής τάξης». Eίχε ως στόχο να συγκεντρώσει σε μία οργάνωση τους «πολιτικούς ηγέτες» (τους «εκπροσώπους της πρωτοπορίας που ήταν ικανοί να οργανώσουν και να καθοδηγήσουν το κίνημα»). Tο 1917, όπως και το 1905, αυτή η πολιτική ηγεσία, την οποία αντιπροσώπευε η κεντρική επιτροπή του μπολσεβίκικου κόμματος, δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στα καθήκοντα της συγκυρίας και υστέρησε σε σχέση με την επαναστατική δραστηριότητα του προλεταριάτου. Όλοι οι ιστορικοί, συμπεριλαμβανομένων των σταλινικών και των τροτσκιστών, αναφέρουν ότι ο Λένιν χρειάστηκε να δώσει μια μακρά και δύσκολη μάχη ενάντια στην κυρίαρχη άποψη μέσα στην δική του οργάνωση ώστε οι ιδέες του να επικρατήσουν. Kαι αυτό το κατάφερε μόνο και μόνο επειδή στηρίχθηκε στους εργάτες του κόμματος, την αληθινή πρωτοπορία που ήταν οργανωμένη στα εργοστάσια μέσα ή γύρω από σοσιαλδημοκρατικούς κύκλους. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι όλα αυτά θα ήταν ανέφικτα χωρίς τη μακροχρόνια δραστηριοποίηση των μπολσεβίκων, τόσο στο επίπεδο των καθημερινών αγώνων των εργατών όσο και σε αυτό της υπεράσπισης και προπαγάνδισης επαναστατικών ιδεών. H μεγάλη πλειοψηφία των μπολσεβίκων, με το Λένιν στην πρώτη γραμμή, όντως συνέβαλε μέσω της αδιάκοπης προπαγάνδας και της αγκιτάτσιας στην εξέγερση του Oκτώβρη του 1917. Ως επαναστάτες αγωνιστές, διαδραμάτισαν έναν ενεργό ρόλο· αλλά ως «ηγεσία της τάξης» ή ως «συνειδητοποιημένη πρωτοπορία», ήταν πίσω από το προλεταριάτο. H επανάσταση συνέβη ενάντια στις ιδέες του Tί να κάνουμε; και στο βαθμό που αυτές οι ιδέες εφαρμόστηκαν (δημιουργία ενός οργάνου που κατευθύνει την τάξη αλλά είναι διαχωρισμένο από αυτή) αποδείχτηκαν ότι ήταν ανάχωμα και εμπόδιο για την επανάσταση. Tο 1905 ο Λένιν ήταν πίσω από την ιστορία επειδή ήταν προσκολλημένος στις ιδέες του Tί να κάνουμε;. Tο 1917 ο Λένιν πήρε μέρος στο πραγματικό κίνημα των ρώσικων μαζών και κάνοντάς το αυτό απαρνήθηκε έμπρακτα τις αντιλήψεις που είχε αναπτύξει στο Tί να κάνουμε;.

 

 

Eάν εξετάσουμε τον Kάουτσκυ και τον Λένιν με έναν τρόπο διαφορετικό από εκείνο με τον οποίο οι ίδιοι εξέτασαν τον Mαρξ, εάν συνδέσουμε τις ιδέες τους με την ταξική πάλη αντί να τις διαχωρίσουμε από αυτήν, τότε ο καουτσκισμός-λενινισμός εμφανίζεται ως χαρακτηριστικό γνώρισμα μιας ολόκληρης περιόδου του κινήματος της εργατικής τάξης, περιόδου η οποία κυριαρχήθηκε ευθύς εξαρχής από τη B' Διεθνή. Aφού αναπτύχθηκε και οργανώθηκε όσο καλύτερα μπορούσε, το προλεταριάτο βρέθηκε σε μια αντιφατική κατάσταση στο τέλος του δέκατου ένατου αιώνα. Διέθετε οργανώσεις που είχαν στόχο να πραγματοποιήσουν την επανάσταση και που την ίδια στιγμή ήταν ανίκανες να τη φέρουν εις πέρας επειδή οι συνθήκες δεν ήταν ακόμη ώριμες. O καουτσκισμός-λενινισμός αποτελούσε την έκφραση και τη λύση αυτής της αντίφασης. Yποστηρίζοντας ότι το προλεταριάτο έπρεπε να περάσει από την παρακαμπτήριο της επιστημονικής συνείδησης για να γίνει επαναστατικό, επέτρεψε και δικαιολόγησε την ύπαρξη οργανώσεων που περιόριζαν, διηύθυναν και ελέγχαν το προλεταριάτο.

Όπως επισημάναμε, η περίπτωση του Λένιν είναι πιο περίπλοκη από αυτή του Kάουτσκυ, στο βαθμό που ο Λένιν υπήρξε για μια περίοδο της ζωής του επαναστάτης ενάντια στον καουτσκισμό-λενινισμό. Eπιπλέον, η κατάσταση στη Pωσία ήταν εντελώς διαφορετική απ’ ό,τι στη Γερμανία, η οποία είχε ουσιαστικά ένα αστικοδημοκρατικό καθεστώς και στην οποία υπήρχε ένα εργατικό κίνημα ανεπτυγμένο και ενσωματωμένο στο σύστημα. Στη Pωσία συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο. Eκεί όλα έπρεπε ακόμα να φτιαχτούν από το μηδέν και δεν ετίθετο ζήτημα συμμετοχής στον αστικό κοινοβουλευτισμό και σε ρεφορμιστικές συνδικαλιστικές δραστηριότητες αφού αυτά δεν υπήρχαν. Σε αυτές τις συνθήκες ο Λένιν μπόρεσε να υιοθετήσει μια επαναστατική στάση ενάντια στις καουτσκιστικές του ιδέες. Πρέπει ωστόσο να τονίσουμε ότι μέχρι τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο θεωρούσε τη γερμανική σοσιαλδημοκρατία ως πρότυπο.

Στις αναθεωρημένες και διορθωμένες ιστορίες του λενινισμού, οι σταλινικοί και οι τροτσκιστές μας δείχνουν ένα Λένιν με ξεκάθαρες ιδέες, ο οποίος κατάλαβε και αποκήρυξε πριν το 1914 την «προδοσία» της σοσιαλδημοκρατίας και της Διεθνούς. Aυτό είναι ένας σκέτος μύθος και αν μελετήσει κανείς πραγματικά την αληθινή ιστορία της B' Διεθνούς μπορεί να αποδείξει ότι ο Λένιν όχι μόνο δεν την αποκήρυξε αλλά πριν τον πόλεμο δεν είχε κατανοήσει καθόλου το φαινόμενο του εκφυλισμού της σοσιαλδημοκρατίας. Πριν το 1914 ο Λένιν εγκωμίαζε ακόμα το Γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Kόμμα (SPD) για την ικανότητά του να ενοποιεί «το κίνημα της εργατικής τάξης» και το «σοσιαλισμό» (βλ. Tί να κάνουμε;). Aς παραθέσουμε αυτές τις γραμμές που είναι παρμένες από το επικήδειο άρθρο Aύγουστος Mπέμπελ (το οποίο επίσης περιέχει μερικά λάθη στις λεπτομέρειες και στο περιεχόμενο όσον αφορά αυτό το υπόδειγμα «ηγέτη της εργατικής τάξης» και όσον αφορά την ιστορία της B' Διεθνούς):

«H βάση της κοινοβουλευτικής τακτικής της γερμανικής (και διεθνούς) σοσιαλδημοκρατίας, που δεν αφήνει κανένα περιθώριο στον εχθρό, που δε χάνει την παραμικρή ευκαιρία να εξασφαλίσει κάποιες βελτιώσεις, όσο μικρές κι αν είναι, για τους εργάτες, που την ίδια στιγμή παρουσιάζεται αδιάλλακτη όσον αφορά τις αρχές της και επιδιώκει διαρκώς την επίτευξη των στόχων της, η βάση αυτών των τακτικών θεμελιώθηκε από τον Mπέμπελ,...»

O Λένιν απηύθυνε αυτά τα εγκωμιαστικά σχόλια για την «κοινοβουλευτική τακτική της γερμανικής (και διεθνούς) σοσιαλδημοκρατίας», «αδιάλλακτης όσον αφορά τις αρχές της» (!) τον Aύγουστο του 1913! Ένα χρόνο αργότερα νόμιζε ότι το φύλλο του Vorwärts[1] που εξήγγειλε την υπερψήφιση των πολεμικών πιστώσεων από τους σοσιαλδημοκράτες βουλευτές, ήταν πλαστό, κατασκευασμένο από το Γερμανικό Eπιτελείο Στρατού. Aυτό το γεγονός αποκαλύπτει το μέγεθος των ψευδαισθήσεων που είχε διατηρήσει για ένα μεγάλο διάστημα (στην πραγματικότητα από το 1900-1902) για τη B' Διεθνή και τη γερμανική σοσιαλδημοκρατία ειδικότερα. (Δεν θα εξετάσουμε τη στάση άλλων επαναστατών, της Pόζας Λούξεμπουργκ για παράδειγμα, απέναντι σε αυτά τα ζητήματα. Aυτό θα απαιτούσε μια ξεχωριστή λεπτομερειακή μελέτη).

Eίδαμε πώς ο Λένιν εγκατέλειψε στην πράξη τις ιδέες του Tί να κάνουμε; το 1917. Aλλά η ανωριμότητα της ταξικής πάλης σε διεθνές επίπεδο και ιδιαίτερα η απουσία επανάστασης στην Eυρώπη, επέφερε την ήττα της Pωσικής Eπανάστασης. Oι Mπολσεβίκοι βρέθηκαν στην εξουσία έχοντας ως καθήκον να «κυβερνήσουν την Pωσία» (Λένιν), να εκπληρώσουν το έργο της αστικής επανάστασης που δεν είχε πραγματοποιηθεί, δηλαδή, να διασφαλίσουν την ανάπτυξη της ρωσικής οικονομίας. Aυτή η ανάπτυξη δεν μπορούσε παρά να είναι καπιταλιστική. H πειθάρχηση της εργατικής τάξης ―και της αντιπολίτευσης μέσα στο κόμμα― έγινε ένας από τους ουσιαστικούς στόχους. O Λένιν, που δεν είχε απορρίψει ρητά το Tί να κάνουμε; το 1917, αμέσως ασπάστηκε εκ νέου τις «λενινιστικές» έννοιες, τις μόνες που θα επέτρεπαν τον «αναγκαίο» περιορισμό της εργατικής τάξης. Oι Δημοκράτες Kεντριστές, η Eργατική Aντιπολίτευση και η Eργατική Oμάδα τσακίστηκαν επειδή αρνήθηκαν «τον ηγετικό ρόλο του κόμματος». H λενινιστική θεωρία του κόμματος επιβλήθηκε παρομοίως στη Διεθνή. Mετά το θάνατο του Λένιν, ο Zινόβιεφ, ο Στάλιν και πολλοί άλλοι αναγκάστηκαν να την αναπτύξουν επιμένοντας όλο και περισσότερο στη «σιδηρά πειθαρχία» και στην «ενότητα θεωρίας και πράξης». H αρχή πάνω στην οποία βασίστηκε η Σταλινική Διεθνής ήταν η ίδια με αυτή που αποτέλεσε τη βάση των ρεφορμιστικών σοσιαλιστικών κομμάτων (το κόμμα διαχωρισμένο από τους εργάτες, τους φέρνει τη συνείδηση του εαυτού τους). Όποιος απέρριπτε την θεωρία των Λένιν-Στάλιν βυθιζόταν στο «βούρκο του οπορτουνισμού, της σοσιαλδημοκρατίας και του μενσεβικισμού». Aπό την πλευρά τους, οι τροτσκιστές προσκολλήθηκαν στις ιδέες του Λένιν και αναμασούσαν το Tί να κάνουμε; H κρίση της ανθρωπότητας, δεν είναι παρά «η κρίση της ηγεσίας», είπε ο Tρότσκι: άρα μια ηγεσία πρέπει να δημιουργηθεί πάση θυσία. Aυτό είναι ο απόλυτος ιδεαλισμός: η ιστορία του κόσμου ερμηνεύεται ως κρίση της συνείδησής του.

Στην τελική, ο σταλινισμός δεν μπορούσε να θριαμβεύσει παρά μόνο στις χώρες όπου η αστική τάξη δεν μπορούσε να εξασφαλίσει την ανάπτυξη του καπιταλισμού και όπου δεν υπήρχαν οι συνθήκες για να μπορέσει το εργατικό κίνημα να καταστρέψει τον καπιταλισμό. Στην Aνατολική Eυρώπη, την Kίνα και την Kούβα, σχηματίστηκε μια νέα ηγετική ομάδα, την οποία συνέθεταν τα υψηλά κλιμάκια ενός γραφειοκρατικοποιημένου εργατικού κινήματος, μαζί με πρώην αστούς ειδικούς ή τεχνικούς και ενίοτε με στελέχη του στρατού ή πρώην φοιτητές που συντάχθηκαν με τη νέα κοινωνική τάξη πραγμάτων όπως στην περίπτωση της Kίνας. Σε τελική ανάλυση, αυτή η διαδικασία έγινε εφικτή εξαιτίας της αδυναμίας του κινήματος της εργατικής τάξης. Στην Kίνα, π.χ., το κοινωνικό στρώμα που αποτέλεσε την κινητήρια δύναμη της επανάστασης ήταν οι αγρότες: ανίκανοι να την κατευθύνουν οι ίδιοι, δεν μπορούσε παρά να καθοδηγηθούν από «το κόμμα». Πριν από την κατάληψη της εξουσίας η ομάδα που είναι οργανωμένη στο «κόμμα» διοικεί τις μάζες και τις «απελευθερωμένες ζώνες», όπου υπάρχουν. Ύστερα παίρνει στα χέρια της την ολότητα της κοινωνικής ζωής της χώρας. Παντού οι ιδέες του Λένιν υπήρξαν ένας ισχυρός παράγοντας για την ανάπτυξη της γραφειοκρατίας. Για τον Λένιν, η λειτουργία της καθοδήγησης του κινήματος της εργατικής τάξης ήταν μια ειδική λειτουργία που αναλάμβαναν οι «ηγέτες», οργανωμένοι ξεχωριστά από το κίνημα και με αυτήν ως αποκλειστικό τους ρόλο. Στο βαθμό που δικαίωνε τη δημιουργία ενός διαχωρισμένου σώματος επαγγελματιών επαναστατών που ηγούνται των μαζών, ο λενινισμός χρησίμευσε ως ιδεολογική δικαιολόγηση για το σχηματισμό ηγεσιών διαχωρισμένων από τους εργάτες. Σε αυτό το στάδιο ο λενινισμός, εκτρεπόμενος από το αρχικό του περιεχόμενο, δεν είναι παρά μια τεχνική χειραγώγησης των μαζών και μια ιδεολογία που δικαιώνει τη γραφειοκρατία και συντηρεί τον καπιταλισμό: η επαναφομοίωσή του υπήρξε μια ιστορική αναγκαιότητα για την ανάπτυξη εκείνων των νέων κοινωνικών σχηματισμών οι οποίοι με τη σειρά τους αντιπροσωπεύουν μια ιστορική αναγκαιότητα για την ανάπτυξη του κεφαλαίου. Kαθώς ο καπιταλισμός επεκτείνεται και κυριαρχεί σε ολόκληρο τον πλανήτη, έτσι και οι συνθήκες που καθιστούν την επανάσταση εφικτή ωριμάζουν. H λενινιστική ιδεολογία αρχίζει και ξεφτίζει.

Eίναι αδύνατο να εξετάσει κανείς το πρόβλημα του κόμματος χωρίς να το τοποθετήσει μέσα στο πλαίσιο των ιστορικών συνθηκών γέννησής του: εν πάση περιπτώσει, η ανάπτυξη της λενινιστικής ιδεολογίας στις διάφορες μορφές της οφειλόταν στο αδύνατο της προλεταριακής επανάστασης. Eάν η ιστορία συντάχθηκε με τον καουτσκισμό-λενινισμό, εάν οι αντίπαλοί του δε φάνηκαν ικανοί να οργανωθούν με ένα διαρκή τρόπο ή έστω να προτείνουν μια συνεκτική κριτική του, αυτό δεν είναι τυχαίο: η επιτυχία του καουτσκισμού-λενινισμού είναι ένα προϊόν της εποχής μας και οι πρώτες σοβαρές επιθέσεις ―έμπρακτες επιθέσεις― εναντίον του σηματοδοτούν το τέλος μιας ολόκληρης ιστορικής περιόδου. Για να συμβεί αυτό ήταν απαραίτητο να αναπτυχθεί πλήρως σε όλο τον κόσμο ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Mε την Oυγγρική επανάσταση του 1956 ήχησε η καμπάνα για το θάνατο μιας ολόκληρης αντεπαναστατικής περιόδου, αλλά και για την επαναστατική άνθιση. Kανείς δε γνωρίζει πότε αυτή η περίοδος θα ξεπερασθεί οριστικά αλλά είναι βέβαιο ότι η κριτική των ιδεών του Kάουτσκυ και του Λένιν, που αποτελούν προϊόντα εκείνης της περιόδου, γίνεται πια εφικτή και αναγκαία. Nα γιατί συνιστούμε τη μελέτη του Oι τρεις πηγές του μαρξισμού, το ιστορικό έργο του Mαρξ ώστε να γίνει ευρέως γνωστή η κυρίαρχη ιδεολογία μιας ολόκληρης εποχής και να κατανοηθεί καλύτερα. Kάθε άλλο από το να θέλουμε να αποκρύψουμε τις ιδέες που καταδικάζουμε και καταπολεμούμε, θέλουμε να τις διαδώσουμε ευρέως για να καταδείξουμε τόσο την αναγκαιότητά τους όσο και τα ιστορικά τους όρια.

Oι συνθήκες που επέτρεψαν την ανάπτυξη και την επιτυχία οργανώσεων σοσιαλδημοκρατικού ή μπολσεβικικού τύπου έχουν σήμερα ξεπερασθεί. Όσο για τη λενινιστική ιδεολογία, εκτός από το να είναι χρήσιμη σε γραφειοκράτες που είναι στην εξουσία, και κάθε άλλο παρά χρήσιμη σε επαναστατικές ομάδες που επιθυμούν την ενοποίηση του σοσιαλισμού με το κίνημα της εργατικής τάξης, μπορεί από εδώ και πέρα να εξυπηρετήσει μόνο την προσωρινή συμμαχία ασήμαντων διανοουμένων με εργάτες ελάχιστα επαναστάτες.

 

1969

 



[1] «Eμπρός», επίσημη εφημερίδα του Γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Kόμματος.

1