Άσπρο
και μαύρο βιάζουν το φως την αυγή,
δουλειά
και συνήθεια κάθε πρωί.
Ένα τηλέφωνο μπλέκει
γραμμές διαρκώς
κώδικας ξένος
και λειψός.
Κι όμως πάλι αύριο,
στης πόλης τους
ρυθμούς θα μπω
και δίχως ντροπή,
θα διαμελισθώ.
Πέφτει ο ήλιος,
κουμπιά και κανάλια γυρνούν,
μα οι πόντοι μετρούν
γι'α υτούς που αγαπούν.
Δωσ'μου γυναίκα
το μύθο που χρόνια πουλάς,
άγια και πόρνη,
σε τιμή προσφοράς.
Γέρικη νιότη ζητά
να κρυφτεί στις σιωπές,
νύχτα σκουριάζουν
οι ψυχές,
μες στ'ασανσέρ,
οι φωνές μας ξανά θα χαθούν
κι οι τρύπιες
ματιές μας, αλλού θα κοιτούν.
Εμένα οι φίλοι μου -τραμπάλα στις ταράτες ... (Ποίηση Κατερίνας Γώγου)
Εμένα
οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
που κάνουν τραμπάλα
στις ταράτσες
ετοιμόρροπων σπιτιών.
Εξάρχεια, Πατήσια,
Μεταξουργείο, Μετς.
Κάνουν ό,τι λάκει.
Πλασιέ τσελεμεντέδων
και εγκυκλοπαιδιών
φτιάχνουν δρόμους
και ενώνουν ερήμους
διερμηνείς σε
καμπαρέ της Ζήνωνος
επαγγελματίες
επαναστάτες
παλιά τους στρίμωξαν
και τα κατέβασαν
τώρα παίρνουν
χάπια και οινόπνευμα να κοιμηθούν,
αλλά βλέπουν όνειρα
και δεν κοιμούνται.
Εμένα οι φίλες
μου είναι σύρματα τεντωμένα
στις ταράτσες
παλιών σπιτιών.
Εξάρχεια, Βικτώρια,
Κουκάκι, Γκύζη.
Πάνω τους έχετε
καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια
μανταλάκια
τις ένοχες σας
αποφάσεις συνεδρίων δανεικά φουστάνια
σημάδια από κάυτρες
περίεργες ημικρανίες
απειλητικές σιωπές
κολπίτιδες
ερωτεύονται ομοφυλόφιλους
τριχομονάδες καθυστέρηση.
Το τηλέφωνο το
τηλέφωνο το τηλέφωνο
σπασμένα γυαλιά
το ασθενοφόρο κανείς.
Κάνουν ό,τι λάχει.
Όλο ταξιδεύουν
οι φίλοι μου
γιατί δεν τους
αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή.
Όλοι οι φίλοι
μου, ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε
το κόκκινο
γράφουνε σε συνθηματική
γλώσσα.
γιατί η δική σας,
μόνο για γλύψιμο κάνει.
Οι φίλοι μου είναι
μαύρα πουλιά και σύρματα
στα χέρια σας.
Στο λαιμό σας.
Οι φίλοι μου.
Διαλύεσαι (στίχοι Κώστας Βελεντζάς)
Έχει
πιάσει να βρέχει νωρίς απ'το πρωί,
όλ'ανάποδα μου
πάνε απ'την αρχή.
Στο τηλέφωνο με
πήρες, κάτι να μου πεις
κι η φωνή σου
είναι τόσο σκοτεινή.
Διαλύεσαι...
Θα περάσει όπως
πάντα, τίποτα δεν κρατά,
το'ζησα ξανά και
πιο ξανά.
Το ρολόι στον
τοίχο δείχνει εννιά παρά,
έχω αργήσει να
φύγω για τη δουλειά.
Διαλύεσαι...
Έχει πάρει μια
ψύχρα, έρχεται καταιγίδα,
στο κερί σβήνει
η φλόγα και συ μου διαλύεσαι.
Σ'ένα ποτήρι με
ρούμι, ...διαλύεσαι...
Σ'ένα δωμάτιο
με στάχτες, ...διαλύεσαι...
Σε γκρεμισμένα
παλάτια, ...διαλύεσαι...
Σε μια εικόνα
σου άδεια,...διαλύεσαι...
Σε σφραγισμένα
δωμάτια, ... διαλύεσαι...
Σε μια οθόνη γαλάζια,
... διαλύεσαι...
Σ'ένα καράβι με
ρούμι, ...διαλύεσαι...
Σε μια εικόνα
σου άδεια...
Θέλω να ξέρω τι τρέχει (στίχοι Γιώργος Σκαρλάτος-Νίκος Μαϊντας)
Θέλω να ξέρω τι τρέχει πίσω απ'την πλάτη μου.
Είμαι μωρό απ'το
Θεό ευλογημένο
κα σας κοιτάζω
μες στα μάτια απορημένο
κι από την καθαρή
ψυχή μου μέσα βγαίνει,
πως μου την έχετε
στημένη.
Είμαι παιδί που
το τραβάτε στα σχολεία,
σαν παπαγάλο και
μαϊμού μες στα βιβλία,
να μάθω συμπεριφορά
και τρόπους
από ανθρώπους
που δεν ξέρουν τους ανθρώπους.
Το πεπρωμένον
φυγείν δυνατόν.
Μα εγώ θα κάτσω
εδώ στην άκρη στο λιμάνι
και στα στιχάκια
μου θ'αδείασω το μελάνι,
μπορεί να φύγω
ή να μείνω να σας κράζω,
γι'αυτόν τον ύπνο
σας ταράζω.
Θέλω να ξέρω τι τρέχει πίσω από την πλάτη μου.
Και μεγαλώνω και
περιμένω,
η εφηβεία μου
καταστρεμμένο τρένο,
κρατώ τα όπλα
για πόλεμο στην πρίζα
και σεις γλεντήστε
με τη μίζα.
Μου δίνετε και
συνταγή για οικογενειάρχη,
πως σπέρνονται
τα θύματα για κάθε πλανητάρχη,
τα όνειρά μου
στα στομάχια των ολίγων,
βορά στα κρεματόρια
των ελπίδων.
Το πεπρωμένον
φυγείν δυνατόν.
Μα εγώ το κέφι
δεν σας κάνω ή να πεθάνω
ή σαν ζόμπι να
σας γλύφω κι από πάνω,
απ'την οδό κοσμοσωτήρων
θα την κάνω,
κουφάλες, όταν
θελήσω θα πεθάνω.
Χαμένος μονομάχος (στίχοι Γιώργος Ψωμόπουλος)
Μπήκα
στον φωταγωγό
δίχως χάρτη και
ένστικτο
πέρασ'ο αιώνας
από κάτω.
Ψάχνω να 'βρω
κάποιο εγώ
σε καθρέφτη μηχανικό
και πιάστηκα σε
ιδέες από σπάγγο.
Υπήρχαν κι άλλοι
εκατό
που ψήνονταν στον
πυρετό
και πέσαμε αθόρυβα
στον πάτο.
Και μπήκαμε στο
λάκκο των λεόντων,
ντυθήκαμε ψυχή
χαμαλεόντων,
αγάλματα ξεμείναμε
γυμνοί.
Πηγαίνω βόλτα στη
Συγγρού,
βγήκα στο σπήλαιο
του Δυρού,
δικέ μου γράψε
λάθος.
Είμαστε δυό, είμαστε
τρεις,
μα πήραμ' άλλο
στομοτρίς
και εγώ μόνος,
μονάχος,
χαμένος μονομάχος.
Και βγήκα απ'
τον φωταγωγό
κι άλλαξα τον
οδηγό,
πέταξα πιλότος
σ' ένα σάκο.
Πέρασα πάνω απ'
τις κραυγές
και είδα στάσεις
αδειανές,
έχωσα τις αυταπάτες
μου στο λάκκο.
Νύχτα με πανσέληνο- Ιστορίες με ζώα (στίχοι Γιώργος Σκαρλάτος)
Δραπετεύω
στη νύχτα
μες στα κόμικς
του Αρκά,
ποντικός ισοβίτης
μες στη λάσπη
φωτιά.
Ιστορίες με ζώα
να θυμίζουν ανθρώπους,
κι εγώ μέσα στη
στρούγκα
με ελεγχόμενους
τρόπους.
Νύχτα με πανσέληνο
γύρισαν τα μυαλά
μου,
ξυπνάει το ζώο
μέσα μου
και τρώει τα όνειρά
μου.
Εραστής σαν γουρούνι
μ' άνεση και χλιδή,
εξυπνάκιας σκουλήκι,
μία ενέργεια τυφλή.
Και σαν κότα λειράτη,
γκόμενα κυριλέ,
μα σαν κόκορας
χάνω
κι όλο πιάνω φιλέ.
Νύχτα με πανσέληνο,
γύρισαν τα μυαλά
μου,
ξυπνάει το ζώο
μέσα μου
και τρώει τα σωθικά
μου.
Υπάρχω για μένα
(στίχοι Άρης Ζαράκας)
Δεν
υπάρχω στις αφίσες, στα ταμία και στις μίζες
Δεν υπάρχω στις
οθόνες και στους ένδοξους αιώνες
Δεν υπάρχω στα
λαχία ούτε στην επιθυμία.
Δεν υπάρχω στη
χημεία, στα κακόγουστα αστεία
Μα υπάρχω στα τραγούδια,
στην ιδέα την καινούργια
Στο Αιγάλεω, στην
Τούμπα και στην Θράκη και στην Κρήτη
Στα πανό και στην
πορεία, στις ουρές στα λεωφορεία,
μες τους δρόμους,
στα σχολεία μας χρωστά η κοινωνία.
Δεν υπάρχω για
αυτούς, μα υπάρχω για μένα
και τη χάρη δεν
τους κάνω να τα δουν όλα καμένα.
Δεν υπάρχω για
αυτούς μα για μένα και για σένα
και τη χάρη δεν
τους κάνω να τα δουν όλα καμένα.
Δεν υπάρχω στα
λεφτά τους και στα γούστα τα ακρίβα τους.
Δεν υπάρχω μες
τον τζόγο, στον ανούσιο τους λόγο.
Δεν υπάρχω στην
αιτία, ούτε στη δικαιλογία.
Δεν υπάρχω στα
ματιά τους, ούτε μέσα στα μυαλά τους.
Θα υπάρχω να τους
φτύνω και το ψέμα τους να γδύνω.
Θα υπάρχω για
να τρέχω, για να ζω και να αντέχω.
Θα υπάρχω θα φωνάζω
και νεύρα τους θα σπάζω.
Θα υπάρχω θα γελάω,
θα αναπνέω, θα αγαπάω.
Ηλί Λαμά (στίχοι Ανδρέας Ταρνανάς )
Ηλί, ηλί Λαμά
χόρεψε μου μυστικό
καρσίλαμα
Μες στων υπογείων
τη φωτιά,
χόρευες τον κόρδακα
με κάμα στα πλευρά,
γύρευες σο σύνθημα
να 'ρθει
για την καινούργια
άνοιξη, που εδώ δεν θα σε βρει.
Με μια ανεξήγητη
ορμή
στης παπαρούνας
τ 'ο όνειρο είχες χαθεί,
αναμασούσες άναρθρο
χρησμό
για μαραμένα Σάββατα
κι ερώτων ξεπεσμό.
Ηλί, ηλί λαμά
τραγωδίας ίχνη
στον καρσίλαμα.
Έσπρωχαν το βήμα
του χορού,
μύθοι των Ατζέκων
και θρύλοι του Περού
σώματα βαμμένα
πορφυρά που καλούν τον Όσιρι, την Κάλι και τον Ρα.
Το τοπλιο γύρω
φαλακρό
οδήμονο προσμένει
να σε δεχτεί νεκρό,
κιόλας κακοφόρμισε
η πληγή,
βγάλε κραυγή να
σε δεχτεί για πάντα η σιγή.
Ηλί, ηλί Λαμά,
κι έσβησες επάνω
στον καρσίλαμα.
Δεν θέλω τίποτα
σπουδαίο ... τελικά (στίχοι Άρης Ζαράκας )
Δεν
θέλω δόξα, δεν θέλω τίποτα,
δεν θέλω δύναμη
κι όνειρα ύποπτα.
Δεν θέλω νούμερα
και αφαιρέσεις,
και λόγια που
'χουν παραμείνει υποσχέσεις.
Δεν θέλω τίποτα
σπουδαίο τελικά
μόνο εσένα και
τραγούδια ηλεκτρικά.
Δεν θέλω χρήμα,
(παλιό το ποιήμα )
μα έτσι νοιώθω
και το λέω εδώ μπροστά.
θέλω μονάχα εσένα
δίπλα μου,
που ξεστραβώνεις
το μυαλό μου και την τύφλα μου.
Στο θέατρο του
παραλόγου (στίχοι Γιώργος Ψωμόπουλος)
Στη
χτεσινή εφημερίδα τα νέα χτεσινά,
για λίφτινγκ πήγε
η Μεσσαλίνα, ενύχτωσε ξανά.
Μου τηλεφώνησε
η Μαίρη τα νέα να της πω,
μα απεργούσε η
αρένα, δεν πρόλαβα το κώνειο να πιώ.
Όλο το χρόνο στη
μιζέρια ανταλλάσσουμε σιωπή,
κοιτάζω τη φωτογραφία
και με κοιτάζει βουβή.
Απόμειναν ξεραμένα
χείλια να σκάβουν διαδρομή,
συλλέκτης, μάγος
και πελάτης, πόζες για όξινη βροχή.
Στο θέατρο του
παραλόγου
και με τα γκέμια
του αλόγου,
κουμπάκια για
ιπτάμενα χαλιά.
Σε τούτη την παράσταση
το τρένο έχει περάσει,
θεοί, πολίτες
και εραστές, κοιμήθηκαν στη στάση.
Περπάτησα μια συννεφιά
σ' αυτό το παραμύθι,
είδα γερμένα γόνατα
και δίδυμο χαλίφη.
Άκουσα κάτω ιαχές
για το έντιμο ρολόι,
η τελετή χρυσή
εποχή, θα βγάλει μοιρολόι.
Τσάροι, δεσπότες
και προφήτες,
πορτραίτα, μύθοι,
τρωγλοδύτες,
σε μια περίληψη
περνούν.
Σε τούτη την παράσταση
το τρένο έχει περάσειν
νιώθω τους τυφλοπόντικες
ποιο χάρτη έχουν χαράξει.
Σε τούτη την παράσταση
το τρένο έχει περάσει,
ξεφλούδισα το
ψέμα μου, κοιμήθηκα στη στάση.
Σε χρόνο αόριστο (στίχοι Τάσος Πατραμάνης)
Γκρεμίσανε
και πέσανε τα τείχη,
αιώνας κάλπικος
δεν έχει τύχη,
για άλλη εποχή
θα σας μιλήσω
κι όσους με έφτυσαν
θα τους φτύσω !
Πυρηνικό αναπτήρα
σας χαρίζω,
τον Άινσταιν αφορίζω,
να η εξίσωση για
να σωθείτε,
μετρήστε ωσ το
τρία και ερωτευθείτε !
Σε χρόνο αόριστο,
τον εαυτό μου
εξόριστο,
σε χρόνο ενεστώτα,
γκρεμίζω καθεστώτα.
Κι εσύ του 2000
ορειβάτη,
μ' ένα αιμάτωμα
στο μάτι,
ξένος να κοιτάς
απ' τη σελήνη,
στη γη μια τρύπα
να' χει μείνει.
Σε τράπεζα του
σπέρματος,
το μέλλον μου
θα δώσω,
απ' τα φυτοφάρμακα
το μέλλον μου να σώσω.
Στην πόλη του τρόμου (στίχοι Γιώργος Σκαρλάτος)
Στα
όρια της μέρας με τη νύχτα
που η ζώνη του
λυκόφωτος ξυπνάει,
θηρίο μαύρο μέσα
μου με νύχια.
στις γκρίζες λεωφόρους
με πετάει.
Κατάρα πετρωμένη
μες στα μάτια του
κι η σκόνη αυτής
της πόλης μια κατάρα,
καρδιά που κι
αν χτυπάει δεν ακούγεται,
προσμένει έναμ
ήλιο με λαχτάρα.
Στην πόλη του τρόμου
που με ξερνάει,
κινούμενη άμμος
με ρουφάει.
Κιθάρα που βογκάει
στα δύο τέταρτα,
ανάσα που μου
βγαίνει από συνήθεια,
ρολόγια με τους
δείχτες τους σαν δόκανα,
μεσάνυχτα ξοδεύουν
την αλήθεια.
Κι η πόλη άδειο
κέλυφος τριγύρω μου,
παιδάκια σε κελιά
από τσιμέντο,
τραγούδια παγωμένα
και αμήχανα,
αγάπες που κήρυξαν
φαλιμέντο.