ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΡΩΤΑΝΟΙΞΗ
Ι Αναδυθήκαμε
εκ των παλμών
ΙΙ Πρόσωπα που σφράγιζαν
στο μέταλλο
ΙΙΙ Πουλιά του Ηλιου
IV Ω φως μου απρίλιο
V Τώρα πλέκουμε τον Ηλιο
ΔΕΥΤΕΡΑΝΟΙΞΗ
Ι Η υπόλοιπη
λευτεριά
ΙΙ Η ρέμβη του
σύμπαντος σημαντικιά
ΙΙΙ Στην ηχώ του εξώστη
IV Η Πολιτεία
V Με ανοιξιάτικη μελωδία
VI Πάνω στην πέτρα
ΤΡΙΤΑΝΟΙΞΗ
Ι Την επομένη
θα απολνάς
ΙΙ Πίσω από τις θολές
κουρτίνες
ΙΙΙ Τα κορμιά μας όσο πάνε
σκοτεινιάζουν
ΙV Είδες το μάτι της σιωπής
V Ο ήλιος που περιμέναμε
διήλθε
VI Εαρ το πρώτο
VII Φύγαμε
ΠΡΩΤΑΝΟΙΞΗ
I
Αναδυθήκαμε εκ των παλμών
αναγεννόμενου Ηλίου
θαυμάζοντες την άνοιξη
πολυπόθητου Φωτός
Οδέψαμε σε συμφορές
και σε ερείπια Ιλίων
καίγοντες Συμπληγάδες
και θωπείες Καλυψώς
Τα πρόσωπά μας σμιλεμένα
σε ακρογιάλια Ιωνίας
σφυρηλάτησαν τα αφημένα
χρόνια της Υπαρξης.
Σφριγηλότης αγαλμάτων στο Ακίνητο
ΙΙ
Πρόσωπα
που σφράγιζαν στο μέταλλο
αθάνατους ίσκιους
της θάλασσας
Πουλιά
που ταξίδευαν στο σούρουπο
ρουφώντας κραυγές
των ασημένιων ποταμών
Αιώνιο φως
που ζητούσε σε περβάζια
των άστρων διψασμένο συχασμό
Το μεσονύχτι
φτερά ενός ελμίνθειου αγγέλου
θα κουβαλάνε τα βήματα
των βαρβάρων πίσω από χάλκινους
θρόνους θεών και κολάκων.
ΙΙΙ
Πουλιά του Ηλιου
ραίναν τον κόσμο
αστραπόγελα
σε ένα βαθύ δρολάπι
λευκανθών
Λάτινα βέλη
μιας προδοσίας
καρφωμένα στην ανάσα
της απόστασης
Ουτιδανοί
πέρα από το Θιάκι
παγιδεμένοι στα πλεμάτια
της Ωκυπέτης
IV
Ω φως μου απρίλιο
- αντίστροφο σεπτέμβριο -
πώς θα διαβείς το φως
χαμαιλεόντων
συντριβόμενων μερονυχτίς
Ω φως μου σεπτέμβριο
- αντίστροφο απρίλιο -
κυμαινόμενο προς ουρανούς
φαρδείς χωρίς σκορπιούς
θα 'ρθεις ένα πρωί
με το σπαθί της νιότης
να δεις μες στη βροχή
τις γόρδιες ρωγμές
των πεπραγμένων
Γοργόνες όμως δεν θα δεις
να σε καλωσορίζουν
Φύγαν κρυφά
μες στη σιωπή
διάφανων πραγμάτων
κι άλλες αγάλματα
εις την αιχμή
πελώριας μιας λόγχης
ανταπύσσουνες το έαρ σου
κάθε στιγμή.
V
Τώρα πλέκουμε τον Ηλιο
που απορρίψαμε σε Λιτανεία
περίπλοκων περιδρομών
αποφεύγοντες τα επινίκεια
Καθορίζουμε διαδρομές
ασύνταχτων λαμνοκόπων
περιστρεφόμενων εις την καμπύλην
ευγενέστατων μετάλλων
αδιαφορώντας για τη Νύχτα
των σκορπιών
Ως τώρα βυθισμένοι
στην ευσυνειδησία
βαβυλώνιου πηλού
δρέπαμε ατροφικούς καρπούς
απ' την εμβρυώδη πλειάδα
των νενικήκαμεν.
ΔΕΥΤΕΡΑΝΟΙΞΗ
Ι
Η υπόλοιπη λευτεριά
μαστιγωμένη στα μνημεία
Η υπόλοιπη ανθρωπιά
καρφιτσωμένη σε στεφάνια
από αθάλη
Τα υπόλοιπα ποτάμια
στερέψαν
δεν έχουν ήχους
Οι υπόλοιπες ρίζες του ωκεανού
βαθιά σημάδια
για το μέλλον.
ΙΙ
Η ρέμβη του σύμπαντος σημαντικιά
πα στα φτερά των αστεριών
που τρεμανάβουν
Ονειρο που αναδεύει στο στερέωμα
- θύελλα που ρουφάει χελιδόνια -
Αγαλμα βιαστικό
που ντύνει στο λιμάνι
οπτασία της Ελένης
Πρόσωπα αμφίβολα
πίσω από τους φράχτες
π' αλλάζουνε σημαίες.
ΙΙΙ
Στην ηχώ του εξώστη
αναμένουν οι λάμιες
Τα πρόσωπα πέρα στο φαροτόπι
ζοφερές πυγολαμπίδες
για το μέλλον
Στο περιβόλι της Νύχτας
διάφανα χέρια
αναδεύουν -η πεθαίνουν-
σε μαρτυρική νοσταλγία
Ο αχός των περασμένων ξεκουφαίνει.
IV
Η Πολιτεία
σαλεύει στην έγνοια της
περίγεια
Των σταυρωμένων πουλιών
οι κραυγές
μελωδικό λεπτοκρύσταλλο
στο σκότος της ανατολής
Τα μαλλιά της
λιακωτό στο Φως
του Ολύμπου.
V
Με ανοιξιάτικη μελωδία
που ποτίζει ηλιοπούλια
και καρπώνει σπαρτά
Με έγνοια
που ριζώνει οξυές
και πέλαγα μες στην ψυχή σου
[μεστώνοντας μαρτιάτικες επιθυμιές
φουντώνοντας χρώματα ονείρων
σε Ηλύσιο πεδίο]
Με ισιοπάτημα του νου σου
στην ασέλγεια του κόσμου
στην αίγλη της καταιγίδας
Πρέπει να θρέψεις γρήγορους ίσκιους
για να προφτάσουν τους βαρβάρους.
VI
Πάνω στην πέτρα είναι δεμένη
μια ιστορία - ή και μια στιγμή -
που άντεξε στην ηλιοβολία
ένα σκουριασμένο χαμόγελο
ή και μια ξεχασμένη ανάσα
απ' το κορμί σου ή και η φλόγα
γυναίκας που αγάπησες
Στα πόδια της όμως έχει ριζώσει ο ίδρος
σου
Και θα δεις που μια μέρα
θα έχουν φυτρώσει και λούλουδα.
ΤΡΙΤΑΝΟΙΞΗ
Ι
Την επομένη θα απολνάς
πανιά κι έλλογα σε καθαρά αγέρα
Δέντρα θα ψιθυρίζουμε
για παρακμή και εκλαμψία της σιωπής
Εσύ φωνή βαθιά
που σκιάζεις γκρέμια αστέρια
ή και αλκή παιδιού εμπνεομένου
[ή τον αλπινισμό μοναχικού φτερού]
σπυρί-σπυρί το βλέμμα σου
θα εκκρεμεί σαν εκκρεμές
στην εκδρομή του Ηλιου.
ΙΙ
Πίσω απ' τις θολές κουρτίνες
τα σώματα και ο μαυροφόρες κεριά
ανάβουν σε επιτάφιους ή στεφάνια
πλέκουν στην αιωνιότητα
Ηρθε ο καιρός
να γονατίσεις στη θαλπωρή ενός όρμου
Ηρθε ο καιρός
να σφίξεις το χέρι της διερχόμενης άνοιξης
Ηρθε ο καιρός
της άνοιξης
Ηρθε
Κι ας λένε
πως ο ήλιος δεν έχει φέγγος [αρκετό]
κι ότι οι φωνές είναι πολλές και αβέβαιες
Οσο συνεχίζεις θα φυτρώνουν
στο σπίτι μας ερείπια.
ΙΙΙ
"...το βεβαιώνω πως θα
αφανιστούν: θα ιδούμε το άνθος
του λωτού να ξεφυτρώνει
από την καρδιά του καθενός τους"
PIERRE JEAN JOUVE
Τα κορμιά μας όσο πάνε σκοτεινιάζουν
Πίσω απ' τις θολές κουρτίνες τα σώματα
και οι μαυροφόρες ανάβουν καντήλι
- ή βασιλικούς φυτεύουν στην αιωνιότητα
Οπου να είναι φτάνουν
- αν δεν μας προσπέρασαν κιόλας-
χιλιάδες καμιόνια φορτωμένα σκοτάδι.
Στις πόρτες μας στέκονται φύλακες
τα χιόνια του χειμώνα
και είναι σκυθρωποί από την υπερηφάνεια
και τη μαύρη λευκότητα
- τόσο σκυθρωποί που το δάχτυλό τους ζυγώνει
όλο και πιο πολύ κοντά στη σκαντάλη.
Τα μάτια τους κρύβουν μπόμπες της Χιρόσιμα
βλέπουν πιο πέρα από τους καπνούς
τους ζωντανούς που φορτώνουν κι άλλα καμιόνια
με νύχτα
και γίνονται ακόμα πιο περήφανοι
και σκυθρωποί
Πρέπει να γεμίσουμε τις τσέπες μας με φως
χωρίς να φοβηθούμε τη διαφάνεια του σώματος.
IV
Είδες το μάτι της σιωπής
πίσω από το μάτι
Ενιωσες τη δύναμη των γυναικών
που ύφαιναν σφραγίδα του Αγέρα
Γνώρισες τις φωνές που σε ξεκούφαιναν
κάτω στα περιβόλια
Χάθηκες μέσα στην ειδωλοπομπή
των διονυσίων
Μα τώρα η ώρα δεν έχει χρώματα
Μην της μιλάς.
V
α'
Δεν θα δούμε το φτερό της άνοιξης
να γράφει άλλο χρησμό.
Οι πυθίες λιγόστεψαν στο μαύρο.
β'
Ο ήλιος που περιμέναμε διήλθε.
Η βοή του ωκεανού που αγαπήσαμε
ρουφήχτηκε από άλλες μνήμες.
Τα τείχη μας ήταν υψηλά.
VI
Εαρ το πρώτο
Μια πόρτα διάπλατη
Ενα παράθυρο στον κόσμο
Ονειρο βυθισμένο στη διαφάνεια - δοξάρι
Ο χτύπος του εκκρεμούς σιγοπεθαίνει στην
αδράνεια
Η γνώση που μάδησες αλλάζει επιφάνεια
Κοίτα τι όψεις παίρνει ο κόσμος
Λέξεις που θα κατοικήσουν την άνοιξη
Πολλαπλασιάζονται δεν
Δεν είναι συνεχείς
διαιρούνται ή διχοτομούνται τις νύχτες
[Οταν φοβάσαι μή σπάσει το τζάμι εκκλησιάς
'Η ο καθρέφτης χαλκόδετου πύργου
'Η μήπως σκιστεί η πολιτεία]
Σαν χαρτί που μαζεύει στοίβες-στοίβες
Τη λειτουργία του κόσμου
Κοίτα τι όψεις παίρνει
[Φευγάτα πουλιά
στη ροή των
υδάτων
σπόγγος του χρόνου)
Κοίτα τι όψεις
Πώς θα διαβείς τη διάπλατη πόρτα;
Οι θυγατέρες της Μνημοσύνης με εγκαταλείψαν
Η Κλειώ ήρθε τυλιγμένη στους καπνούς
Οι υπόλοιπες αποδημήσαν
Κοίτα
Ετσι λοιπόν κι εσύ θα αναμιχθείς [ή τρυπηθείς]
Με τις επιθυμίες τα μαύρα σημεία συρφετών
Πάνω στο χαρτί θα οριστούν σανσκριτικά
ψηφία
Κάτι μεταξύ ονείρου μικρού παιδιού
Και ολοκληρωμένου στίχου ποιητή
Δεν είναι καθόλου απίθανο να σφαλιστούν
εκεί μέσα
Γυναίκες με στήθια παραγωγικά ή ματωμένα
[Ορθόπλωρα πουλιά ή θύσανοι θυτών]
Λογικές σκέψεις Πυθίας
Ονειρο του Μεγαλέξαντρου ή και περήφανα
κεφάλια
Ασήμαντων ειδώλων
Μα οι γοργόνες θα προτιμήσουν τη σιωπή.
VII
Φύγαμε
μες στη σιωπή των υακίνθων
γνέθοντας νοήματα της άνοιξης
Φύγαμε
μέσα στον κήπο της γοργόνας
σμιλεύοντας αυλούς
Φύγαμε
με τις ορθόπλωρες τριήρεις
διάφανων πουλιών
Τώρα
αναρέσα στην κοιλάδα
του απερχόμενου ονείρου
Το Ονειρο.
|